στιχόμετρο

στιχόμετρο
το, Ν
(γραφ. τεχν.) αριθμημένος σε στιγμές και τετράγωνα τών δώδεκα στιγμών κανόνας για τη μέτρηση τών στίχων, τού μεγέθους τών τυπογραφικών στοιχείων και τών διαστημάτων σε ένα στοιχειοθετημένο κείμενο, αλλ. στιγμόμετρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στίχος + μέτρο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • μέτρο — Υπόγειος ηλεκτρικός σιδηρόδρομος, που έχει ως βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα τη μεγάλη ταχύτητα μεταφοράς, την πυκνότητα των σταθμών ανάμεσα στην αφετηρία και στο τέρμα (500 1000μ.) καθώς και την αξιοπιστία ως μέσο μεταφοράς. Οι σιδηροδρομικές… …   Dictionary of Greek

  • στιγμόμετρο — το, Ν 1. ρολόγι ακριβείας, εφοδιασμένο με δείκτη δευτερολέπτων και τών κλασμάτων τους, το οποίο μπορεί να τεθεί σε κίνηση και να σταματήσει ακαριαία με την πίεση ενός κουμπιού, χρησιμοποιούμενο για πολύ ακριβείς μετρήσεις χρόνου 2. (γραφ. τεχν.)… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”